Οι Έλληνες πολίτες αναζητούν το "όραμα" και την "ελπίδα"
της Ιωάννας Αναστασάτου,
επιστημονικής συνεργάτιδας στο Citizens Momentum
επιστημονικής συνεργάτιδας στο Citizens Momentum
Η τέταρτη έρευνα που διενεργήσαμε εστίασε σε ένα εύρος τάσεων της κοινής γνώμης σε θέματα που δεν άπτονται αποκλειστικά της πολιτικής επικαιρότητας, της διαχείρισης και αξιολόγησης του κυβερνητικού έργου ή της απόδοσης των αντιπολιτεύομενων κομμάτων. Ο στόχος ήταν να αναζητηθούν εκείνα τα στοιχεία που λείπουν από την πολιτική ζωή, αλλά και να αποτυπωθούν οι φιλοδοξίες που έχει το εκλογικό σώμα από την κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.
Τρία και πλεόν χρόνια μετά την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, η συνολική αποτίμηση για τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνηση είναι θετική, καθώς το 42% εκτιμά ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει διαχειριστεί καλύτερα την οικονομική κρίση σε σύγκριση με την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά (2012-14).
Τρία και πλεόν χρόνια μετά την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, η συνολική αποτίμηση για τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνηση είναι θετική, καθώς το 42% εκτιμά ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει διαχειριστεί καλύτερα την οικονομική κρίση σε σύγκριση με την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά (2012-14).
Γυρνώντας πίσω το χρόνο στο Σεπτέμβριο του 2015 και τη δεύτερη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόωρες εκλογές, εκείνο το οποίο σήμερα οι εκλογείς σημειώνουν ως βασικό λόγο επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ, παρά την υπογραφή ενός ακόμη μνημονίου, είναι η πίστη στον Αλέξη Τσίπρα (28%). Η απάντηση αυτή αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε εκείνη την περίοδο, ενώ αποτυπώνει και τη δυναμική του "πολιτικού του κεφαλαίου", αλλά και τα υψηλά ποσοστά δημοφιλίας που απολάμβανε καθ'όλη τη διάρκεια του 2015.
Η αποξένωση από τα κόμματα που κυβέρνησαν επί σειρά ετών - τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ- αποτελεί το δεύτερο σημαντικό λόγο επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ (24%), ενώ αξίζει να σημειώσουμε και τον τρίτο βασικό λόγο, που ήταν η "ελπίδα για καλύτερες μέρες" (21%), μολονότι η κυβέρνηση ετοιμαζόταν για την εφαρμογή ενός νέου μνημονίου.
Η αποξένωση από τα κόμματα που κυβέρνησαν επί σειρά ετών - τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ- αποτελεί το δεύτερο σημαντικό λόγο επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ (24%), ενώ αξίζει να σημειώσουμε και τον τρίτο βασικό λόγο, που ήταν η "ελπίδα για καλύτερες μέρες" (21%), μολονότι η κυβέρνηση ετοιμαζόταν για την εφαρμογή ενός νέου μνημονίου.
Κοιτώντας το επόμενο διάστημα, το 75% των πολιτών εκτιμά ότι η κυβέρνηση πρέπει να έχει ως βασικές προτεραιότητες την οριστική έξοδο από το μνημόνιο (38%) και τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών (37%), ενώ ένα 11% φαίνεται να ανησυχεί ιδιαίτερα για την επιθετική στάση της Τουρκίας στο Αιγαίο, αλλά και την αρνητική επιδράση που θα μπορούσε να έχει η κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στο επίπεδο των διμερών σχέσεων.
Σημαντικό επίσης να τονίσουμε ότι ένα 9% θέτει ως βασική προτεραιότητα τη δημιουργία ενός νέου οράματος για την κοινωνία. Το στοιχείο αυτό αξίζει να το κρατήσουμε, γιαί αποτυπώνεται με μεγαλύτερη σαφήνεια και ένταση στις επόμενες ερωτήσεις.
Σημαντικό επίσης να τονίσουμε ότι ένα 9% θέτει ως βασική προτεραιότητα τη δημιουργία ενός νέου οράματος για την κοινωνία. Το στοιχείο αυτό αξίζει να το κρατήσουμε, γιαί αποτυπώνεται με μεγαλύτερη σαφήνεια και ένταση στις επόμενες ερωτήσεις.
Στην παρακάτω ερώτηση επιχειρούμε να αξιολογήσουμε πως αντιλαμβάνεται η κοινωνία το βαθμό δυσκολίας σε μείζονα θέματα της κυβερνητικής πολιτικής στο τομέα της οικονομίας.
Η δημιουργία ενός αποτελεσματικού παραγωγικού μοντέλου έχει τον υψηλότερο βαθμό δυσκολίας (5), ενώ ακολουθεί η "ρύθμιση του δημόσιου χρέους", με βαθμό δυσκολίας 4. Η εκτίμηση του βαθμού δυσκολίας για τα δύο αυτά θέματα αποτυπώνει την αναγνώριση των δύσκολων συνθηκών στην πραγματική οικονομία και των σύνθετων διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, αναδεικνύοντας συγχρόνως και μια ρεαλιστική και ώριμη πρόσεγγιση από την κοινωνία προς τα δύο αυτά θέματα.
Η μείωση της ανεργίας και η προσέλκυση βιώσιμων επενδύσεων είναι ζητήματα που διατηρούν με τη σειρά τους ένα υψηλό βαθμό δυσκολίας στην υλοποίηση / επίτευξή τους (3), όχι όμως ανάλογο με εκείνο των δύο προηγούμενων ζητημάτων.
Η δημιουργία ενός αποτελεσματικού παραγωγικού μοντέλου έχει τον υψηλότερο βαθμό δυσκολίας (5), ενώ ακολουθεί η "ρύθμιση του δημόσιου χρέους", με βαθμό δυσκολίας 4. Η εκτίμηση του βαθμού δυσκολίας για τα δύο αυτά θέματα αποτυπώνει την αναγνώριση των δύσκολων συνθηκών στην πραγματική οικονομία και των σύνθετων διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, αναδεικνύοντας συγχρόνως και μια ρεαλιστική και ώριμη πρόσεγγιση από την κοινωνία προς τα δύο αυτά θέματα.
Η μείωση της ανεργίας και η προσέλκυση βιώσιμων επενδύσεων είναι ζητήματα που διατηρούν με τη σειρά τους ένα υψηλό βαθμό δυσκολίας στην υλοποίηση / επίτευξή τους (3), όχι όμως ανάλογο με εκείνο των δύο προηγούμενων ζητημάτων.
Σημειώνοντας παραπάνω την ανάγκη της κοινωνίας για τη διαμόρφωση ενός νέου οράματος, αξίζει να σημειώσουμε ότι από τις απαντήσεις που ακολουθούν στην παρακάτω ερώτηση, φαίνεται πως αρχίζει να διαμορφώνεται ένα νέο κοινωνικό αίτημα για αλλαγή σελίδας στη χώρα. Το αίτημα αυτό παραμένει θολό και απροσδιόριστο προς το παρόν ως προς την ουσία και το περιεχόμενό του, ωστόσο συνδέεεται με την κόπωση, την απογοήτευση και την εξάντληση του εκλογικού σώματος μετά από τόσο χρόνια οικονομικής κρίσης και αβεβαιότητας - κάτι το οποίο έχουν αποτυπώσει και άλλες έρευνες τα τελευταία χρόνια.
Το "'οραμα" και η "ελπίδα", με 28% και 25% αντίστοιχα, αποτελούν εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα και λείπουν από την πολιτική ζωή της χώρας, συγκεντρώνοντας μαζί ένα 53% - ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, που περνά και ένα συγκεκριμένο και σαφές μήνυμα. Υψηλά ποσοστά παρατηρούμε επίσης και στην ανάγκη για οικονομική ασφάλεια (24%), αλλά και στην "υγιή πολιτική αντιπαράθεση", όπου ένα 15% την αξιολογεί ως πρώτη προτεραιότητα.
Το "'οραμα" και η "ελπίδα", με 28% και 25% αντίστοιχα, αποτελούν εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα και λείπουν από την πολιτική ζωή της χώρας, συγκεντρώνοντας μαζί ένα 53% - ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, που περνά και ένα συγκεκριμένο και σαφές μήνυμα. Υψηλά ποσοστά παρατηρούμε επίσης και στην ανάγκη για οικονομική ασφάλεια (24%), αλλά και στην "υγιή πολιτική αντιπαράθεση", όπου ένα 15% την αξιολογεί ως πρώτη προτεραιότητα.
Στην τελευταία ερώτηση για τις πρόωρες εκλογές, το 52% εκτιμά ότι θα συνιστούσαν αρνητική εξέλιξη για την κοινωνία, την πολιτική σταθερότητα και την οικονομία, ενώ ένα 20% κρατά ουδέτερη στάση. Το ποσοστό που εκτιμά ότι οι πρόωρες εκλογές θα ήταν μια θετική εξέλιξη, αγγίζει μόλις το 18%.
Ταυτότητα έρευνας
Ποσοτική διαδικτυακή έρευνα, με τη χρήση δομημένου ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου.
Μέγεθος δείγματος: 1386 άτομα με πλήρη γεωγραφική κάλυψη στις 13 περιφέρειες της χώρας.
Διάστημα συλλογής στοιχείων: 26-30 Μαρτίου 2018.
Δειγματοληψία: Πολυσταδιακή με χρήση ποσοστώσεων ως προς τη γεωγραφική κατανομή πληθυσμού, το φύλο και την ηλικία.
Στάθμιση: εκλογές Σεπτεμβρίου 2015.
Στατιστικό σφάλμα έρευνας: Μέγιστο σφάλμα 2.5% με διάστημα εμπιστοσύνης 95%.
Eπιμέρους στοιχεία δείγματος
Το 50% των ερωτηθέντων ανήκει στις ηλικιακές κατηγορίες 24-35, 36-45 ετών.
Το 70% των ερωτηθέντων κατοικεί στις περιφέρειες Αττικής, Κεντρικής Μακεδονίας, Πελοποννήσου, Θεσσαλίας και Κρήτης.
Το 35% των ερωτηθέντων είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
H έρευνα πραγματοποίηθηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Μελέτης της Παγκοσμιοποίησης (Καναδάς).
Τηρήθηκαν οι κώδικες δεοντολογίας και επαγγελματικής πρακτικής της ESOMAR και της WAPOR.
Ποσοτική διαδικτυακή έρευνα, με τη χρήση δομημένου ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου.
Μέγεθος δείγματος: 1386 άτομα με πλήρη γεωγραφική κάλυψη στις 13 περιφέρειες της χώρας.
Διάστημα συλλογής στοιχείων: 26-30 Μαρτίου 2018.
Δειγματοληψία: Πολυσταδιακή με χρήση ποσοστώσεων ως προς τη γεωγραφική κατανομή πληθυσμού, το φύλο και την ηλικία.
Στάθμιση: εκλογές Σεπτεμβρίου 2015.
Στατιστικό σφάλμα έρευνας: Μέγιστο σφάλμα 2.5% με διάστημα εμπιστοσύνης 95%.
Eπιμέρους στοιχεία δείγματος
Το 50% των ερωτηθέντων ανήκει στις ηλικιακές κατηγορίες 24-35, 36-45 ετών.
Το 70% των ερωτηθέντων κατοικεί στις περιφέρειες Αττικής, Κεντρικής Μακεδονίας, Πελοποννήσου, Θεσσαλίας και Κρήτης.
Το 35% των ερωτηθέντων είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
H έρευνα πραγματοποίηθηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Μελέτης της Παγκοσμιοποίησης (Καναδάς).
Τηρήθηκαν οι κώδικες δεοντολογίας και επαγγελματικής πρακτικής της ESOMAR και της WAPOR.